Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο υπάρχει αναμφισβήτητη πρόοδος σε ότι αφορά τις αγορές χονδρικής. Οι εθνικές αγορές χονδρικής έχουν ολοκληρωθεί σε μεγάλο βαθμό. Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τα τελευταία χρόνια έχει συμβάλει στην αύξηση της ρευστότητας και, λόγω του ότι δεν έχουν κόστος καυσίμων, οδήγησε στη μείωση των τιμών χονδρικής. Αυτή η μείωση των τιμών, όμως, ωφελεί αποκλειστικά τους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές που (στην υπόλοιπη ΕΕ πλην της χώρας μας) αγοράζουν την ηλεκτρική ενέργεια απευθείας από την αγορά χονδρικής. Οι οικιακοί καταναλωτές, όμως, έχουν δει σημαντική αύξηση ή και πλήρη αδυναμία ελέγχου των ενεργειακών δαπανών τους. Η πτωτική τάση των τιμών στην αγορά χονδρικής δεν έχει περάσει σε αυτούς. Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στις αγορές λιανικής είναι ένα προαπαιτούμενο. Ειδικότερα, η ευελιξία μεταβολής ζήτησης (διακοψιμότητα) και η παραγωγή σε μικρή κλίμακα θα πρέπει να ενεργοποιηθούν και ενθαρρυνθούν περαιτέρω. Ως μέρος μιας τέτοιας στρατηγικής, θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η παραγωγή βιώσιμης ενέργειας από τους ίδιους τους καταναλωτές. Αυτό θα επιτρέψει στους «pro-sumers» για να μειώσουν το ενεργειακό τους κόστος, ενώ θα συμβάλλει στην ενσωμάτωση των τεχνολογιών παραγωγής σε μικρή κλίμακα, όπως τα φωτοβολταϊκά συστήματα και οι μικρο-γεννήτριες, στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό προϋποθέτει την ανάπτυξη ενός ευνοϊκού κανονιστικού πλαισίου για την αυτο-κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο γίνετε συνδρομητές και ζητήστε μας κωδικό πρόσβασης.
Πατήστε εδώ ...