Η δειγματοληψία αποτελεί ένα βασικό στάδιο των μετρητικών διαδικασιών και συνεισφέρει σημαντικά στην αβεβαιότητα των εργαστηριακών μετρήσεων. Μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερο έλεγχο των κινδύνων που συνδέονται με αποφάσεις περί συμμόρφωσης ή μη, ενός καυσίμου με προδιαγραφές που επιβάλει η νομοθεσία. Στην παρούσα εργασία περιγράφονται και συγκρίνονται ως προς τα αποτελέσματά τους, τρεις εμπειρικές στατιστικές μεθοδολογίες («κλασική» ANOVA, ανθεκτική ANOVA και στατιστική εύρους τιμών) χρησιμοποιώντας δεδομένα ενός ισορροπημένου πειραματικού σχεδίου (balanced experimental design) το οποίο περιλαμβάνει διπλές δειγματοληψίες από 104 πρατήρια καυσίμων (δειγματοληψία ντίζελ κίνησης και αναλυτική διαδικασία προσδιορισμού περιεκτικότητας σε θείο) και στη συνέχεια εις διπλούν αναλύσεις του κάθε δείγματος.
Ο σκοπός μιας δειγματοληψίας είναι να ληφθεί ένα μικρό τμήμα ενός υλικού (δείγμα) από ένα επιλεγμένο σύστημα (στόχος δειγματοληψίας) με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται ότι το δείγμα είναι αντιπροσωπευτικό της σύνθεσης του στόχου δειγματοληψίας. Αντιπροσωπευτικά δείγματα πετρελαίου και προϊόντων πετρελαίου απαιτούνται για τον προσδιορισμό συγκεκριμένων χημικών και φυσικών ιδιοτήτων, οι οποίες συχνά χρησιμοποιούνται για τη αξιολόγηση της συμμόρφωσης των προϊόντων αυτών με εμπορικές και νομοθετικές προδιαγραφές. Η δειγματοληψία έχει ιδιαίτερη σημασία όταν απαιτείται να εκτιμήσει κανείς την αβεβαιότητα της μέτρησης, όπου θα πρέπει να συνυπολογίζει και τυχόν αβεβαιότητα λόγω δειγματοληψίας ASTM. Η αβεβαιότητα δειγματοληψίας ορίζεται ως το μέρος εκείνο της συνολικής αβεβαιότητας της μέτρησης που οφείλεται στη δειγματοληψία. Οι βασικές αρχές και οι διαδικασίες για την εκτίμηση της αβεβαιότητας των μετρήσεων που προκύπτουν από τη δειγματοληψία περιγράφονται στην Οδηγία που δημοσιεύθηκε από τη Eurachem καθώς και στο Εγχειρίδιο της Nordtest.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο γίνετε συνδρομητές και ζητήστε μας κωδικό πρόσβασης.