Το έδαφος αποτελείται από διακριτούς στερεούς κόκκους ανάμεσα στους οποίους υπάρχουν κενά που ονομάζονται πόροι και πληρούνται από αέρα ή/και υδατικά ηλεκτρολυτικά διαλύματα. Επομένως, η ισοδύναμη μακροσκοπική συμπεριφορά του εδάφους καθορίζεται από την πολυφασική κοκκώδη φύση του. Από τη σκοπιά του ηλεκτρομαγνητισμού το έδαφος χαρακτηρίζεται ως μη ιδανικό διηλεκτρικό υλικό χωρίς μαγνητικές ιδιότητες, στο οποίο η αγωγή του ρεύματος είναι ιοντική. Συνεπώς, η συμπεριφορά του εδάφους υπό τη διέγερση ηλεκτρομαγνητικού πεδίου μπορεί να περιγραφεί πλήρως μέσω των ηλεκτρικών ιδιοτήτων του, δηλαδή της DC ειδικής αντίστασης και της μιγαδικής διηλεκτρικής σταθεράς.
Η ειδική αντίσταση υπό συνεχή ή βραδέως μεταβαλλόμενη εναλλασσόμενη τάση είναι η ηλεκτρική ιδιότητα που χρησιμοποιείται συχνότερα για τον χαρακτηρισμό του εδάφους. Ωστόσο, δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως οι επιδράσεις των παραμέτρων που την επηρεάζουν εξαιτίας της σύνθετης φύσης του εδάφους. Προκειμένου να καταστεί εφικτή η πειραματική διερεύνηση των επιδράσεων αυτών υπό ελεγχόμενες συνθήκες, στην παρούσα εργασία αρχικά αναλύονται και συγκρίνονται διαδεδομένες εργαστηριακές μέθοδοι μέτρησης. Κατόπιν, παρουσιάζονται οι πειραματικές διατάξεις και η πειραματική διαδικασία. Τα αμμώδη εδάφη που διερευνήθηκαν αποτελούνταν από διαφορετικές κοκκομετρικές διαβαθμίσεις φυσικής πυριτικής άμμου. Έτσι κατέστη δυνατή η μελέτη της επίδρασης διάφορων ιδιοτήτων του εδάφους στην ειδική αντίστασή του.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο γίνετε συνδρομητές και ζητήστε μας κωδικό πρόσβασης.