Από την 1η Ιανουαρίου 2020, βάσει του παραρτήματος VI της Διεθνούς Σύμβασης για την Πρόληψη της Ρύπανσης από τα πλοία (MARPOL), σε παγκόσμιο επίπεδο η μέγιστη επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε θείο των ναυτιλιακών συμβατικών καυσίμων θα μειωθεί από 3,5% m/m σε 0,5% m/m, εφόσον δεν υφίστανται εν πλω διατάξεις επεξεργασίας των αέριων ρύπων. Ως συνέπεια των νέων κανονισμών που αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή, το ενδιαφέρον των εμπλεκόμενων φορέων επικεντρώνεται πλέον στα ναυτιλιακά καύσιμα με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο (< 0.5% m/m), και συγκεκριμένα στα αποστάγματα (marine distillate fuels), όπως επίσης και στις δυνατότητες αξιοποίησης των βιοκαυσίμων όπως του βιοντήζελ (μεθυλεστέρες των λιπαρών οξέων – FAME) και των υδρογονωμένων φυτικών ελαίων (HVO). Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται η επίδραση της ταυτόχρονης προσθήκης δύο τύπων βιοκαυσίμων στις φυσικοχημικές ιδιότητες του ναυτιλιακού πετρελαίου, με έμφαση στην διερεύνηση της λιπαντικής ικανότητας. Μια σειρά από δείγματα συμβατικών ναυτιλιακών καυσίμων χαμηλού θείου αναμιγνύονται συγχρόνως με FAME και HVO σε διάφορες περιεκτικότητες και αναλογίες και ακολουθεί συγκριτική αξιολόγηση των επιδράσεων τους. Ο προσδιορισμός της λιπαντικής ικανότητας πραγματοποιείται μέσω της πρότυπης συσκευής HFRR (High Frequency Reciprocating Rig) κατά ISO 12156-1. Περαιτέρω εξετάζονται και οι μεταβολές σε έτερες βασικές ιδιότητες όπως η ροή σε χαμηλές θερμοκρασίες και η οξειδωτική σταθερότητα ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα για τις βέλτιστες αναλογίες ανάμιξης. Από τα αποτελέσματα προκύπτει πως η ταυτόχρονη προσθήκη του μίγματος βιοκαυσίμων σε συμβατικά ναυτιλιακά καύσιμα βελτιώνει σε μεγαλύτερο βαθμό τόσο τη λιπαντική ικανότητα όσο και τις υπόλοιπες εξεταζόμενες ιδιότητες σε σύγκριση με τις περιπτώσεις εκείνες όπου τα δύο βιοκαύσιμα προστίθενται διακριτά.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το περιοδικό γίνετε συνδρομητές.