Στο περιβάλλον που ζούμε είμαστε συνεχώς εκτεθειμένοι σε σωματίδια: στον αέρα που αναπνέουμε, στα τρόφιμα που τρώμε και στο νερό που πίνουμε. Τα σωματίδια μπορούν να ταξινομηθούν είτε ως φυσικά κατάλοιπα (βρωμιά, σκόνη, μικροοργανισμοί κ.λπ.) είτε ως προϊόντα από «ανθρωπογενείς» πηγές. Εκτιμάται ότι από την αρχή της μεγάλης κλίμακας παραγωγής και χρήσης πλαστικών στη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα έχουν κατασκευαστεί περισσότεροι από 7000 εκατομμύρια τόνοι (ή 8300 εκατομμύρια μετρικοί τόνοι) παρθένων πλαστικών. Τα παραπάνω νούμερα περιλαμβάνουν όλα τα πλαστικά αλλά οι κύριες ρητίνες είναι τα πολυαιθυλένια χαμηλής και υψηλής πυκνότητας. Σύμφωνα με στοιχεία του 2015, λιγότερο από το 9% των πλαστικών ανακυκλώνεται, το 12% αποτεφρώνεται, ενώ το υπόλοιπο 79% απορρίπτεται ή θάβεται σε ΧΥΤΑ κάθε χρόνο. Σχεδόν κανένα από αυτά τα πλαστικά δεν είναι βιοαποδομήσιμα. Σε παγκόσμιο επίπεδο, παράγονται πάνω από 300 εκατομμύρια τόνοι πλαστικού ετησίως: ένα εκατομμύριο πλαστικές φιάλες κατασκευάζονται κάθε λεπτό σε όλο τον κόσμο και αυτό το ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί κατά 20% μέχρι το 2021.
Ανεξάρτητα από το πού προέρχονται (οικιακή χρήση, εργοστάσια κατασκευής κλπ.), τα πλαστικά αποτεφρώνονται ή απλώς απορρίπτονται στο περιβάλλον. Αυτά που καταλήγουν στην ιλύ καθαρισμού των λυμάτων ή σε χώρους υγειονομικής ταφής τελικά οδηγούνται στο έδαφος ή στο υδατικό σώμα (λίμνες, ποταμοί, ωκεανοί). Παρόλο που τα πλαστικά δεν βιοαποικοδομούνται τα περισσότερα διαλύονται εύκολα από την υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου και από την κίνηση μέσα στους ωκεανούς.
Η πανταχού παρούσα φύση αυτών των σωματιδίων πάνω και μέσα στα ιζήματα των ωκεανών υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι μια πρόσφατη μελέτη διαπίστωσε σωματίδια σε καρκινοειδή που κατοικούν στο κάτω μέρος των βαθύτερων τάφρων των ωκεανών, στα 10.000 μέτρα κάτω από την επιφάνεια. Σε πάνω από τα μισά από αυτά στα οποία έγινε δειγματοληψία, βρέθηκαν πλαστικά σωματίδια στον οργανισμό τους.
Τα πλαστικά σωματίδια περιλαμβάνουν επίσης συνθετικές ίνες από κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που εισέρχονται στο υδάτινο περιβάλλον κατά την πλύση των ρούχων. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι τα ακρυλικά υφάσματα απελευθέρωσαν 730.000 ίνες ανά πλύση, πέντε φορές περισσότερο από ότι ένα ύφασμα από πολυεστέρα και βαμβάκι και 50% περισσότερο από ένα ύφασμα από καθαρό πολυεστέρα. Τέλος, σύμφωνα με μια ακαδημαϊκή μελέτη για την «Ανθρωπογενή μόλυνση του νερού της βρύσης, της μπύρας και του θαλάσσιου αλατιού» το 81% των δειγμάτων νερού βρύσης από 159 διαφορετικά σημεία σε όλο τον κόσμο περιείχε πλαστικές ίνες μήκους μεγαλύτερου των 2 μm.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να ληφθούν ακριβή στοιχεία σχετικά με τις ποσότητες σωματιδίων στις παροχές νερού. Ωστόσο, υπάρχουν πολυάριθμες εκτιμήσεις και προβλέψεις σύμφωνα με τις οποίες αν ο ρυθμός παραγωγής πλαστικών συνεχιστεί και δεν ληφθούν μέτρα περιορισμού, μέχρι το 2050 θα υπάρξει περισσότερο πλαστικός στους ωκεανούς παρά ψάρια.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το περιοδικό γίνετε συνδρομητές.