Διήθηση μέσω μεμβράνης είναι ο φυσικός διαχωρισμός ενός διαλύματος με τη βοήθεια μιας ημιπερατής μεμβράνης. Όταν κατά μήκος της μεμβράνης ασκείται μια «δύναμη»τα μικρότερα μόρια του διαλύματος ωθούνται να διέλθουν μέσω της μεμβράνης ενώ τα μεγαλύτερα κατακρατούνται. Συχνά η διήθηση μέσω μεμβράνης χαρακτηρίζεται ως «διασταυρούμενης ροής»: το υπό πίεση ακατέργαστο νερό ρέει κατά μήκος της μεμβράνης. Ένα μέρος του διαπερνά την μεμβράνη (καθαρισμένο νερό διηθήματος) και το υπόλοιπο μέρος αφήνει την μεμβράνη (συμπύκνωμα). Όταν το ακατέργαστο νερό διαρρέει τη μεμβράνη με υψηλό ρυθμό, την κρατά και καθαρή. Η βρωμιά παραμένει στο φίλτρο και το διήθημα απομακρύνεται από το φίλτρο.
Η διήθηση μπορεί να επιτευχθεί και λόγω της διαφοράς στη συγκέντρωση ενός διαλύματος κατά μήκος μιας μεμβράνης. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται ώσμωση, και λαμβάνει χώρα στα κυτταρικά τοιχώματα ζώων και φυτών όπου η ημιπερατή μεμβράνη είναι το κυτταρικό τοίχωμα. Διήθηση μπορεί να γίνει και με την άσκηση υδραυλικής πίεσης από μία αντλία, που αναγκάζει τα μικρότερα μόρια του διαλύματος να διέλθουν μέσω της μεμβράνης. Όσο υψηλότερη είναι η πίεση, τόσο μεγαλύτερο είναι το αποτέλεσμα της διήθησης (π.χ. στην αντίστροφη ώσμωση μπορούν να απορριφθούν βακτήρια, άλατα, σάκχαρα, πρωτεΐνες, σωματίδια και βαφές). Η υδραυλική πίεση που απαιτείται μπορεί να διαφέρει σημαντικά : από 1 bar (14.5 psi) για τις πλέον ανοικτές μεμβράνες (μικρο-διήθηση) σε πάνω από 100 bar για τις πυκνές μεμβράνες (αντίστροφη ώσμωση). Το άρθρο αυτό, περιγράφει τη διήθηση μέσω μεμβράνης που γίνεται αποκλειστικά με χρήση υδραυλικής πίεσης.
Για να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο γίνετε συνδρομητές και ζητήστε μας κωδικό πρόσβασης.
Πατήστε εδώ...